Όταν ο Vivek Ranadive αποφάσισε να προπονήσει την σχολική ομάδα μπάσκετ της κόρης του και αποφάσισε να το κάνει ακολουθώντας δύο αρχές. Η πρώτη είναι να μην φωνάζει... Προερχόμενος από την Ινδία δεν είχε συνηθίσει τον αμερικάνικο τρόπο οργάνωσης ενός αγώνα μπάσκετ. Σύμφωνα με αυτό, η ομάδα που επιτίθεται αντιμετώπιζε την άμυνα τις αντιπάλου μόνο στο 1/3 του γηπέδου. Οι καλές ομάδες είχαν ψηλούς παίχτες με καλό σουτ και ευέλικτους που δύσκολα μπορούσε η αντίπαλη άμυνα να εμποδίσει. Όμως γιατί οι αδύναμες ομάδες υιοθετούσαν πάντα μια στρατηγική που ουσιαστικά διευκόλυνε τις καλές ομάδες να αναδειχθούν ακόμη περισσότερο;
Η ομάδα της κόρης του αποτελούνταν από εικοσάχρονες κοπέλες. Μόνο δύο από τις οκτώ γνώριζαν μπάσκετ. Οι υπόλοιπες δεν μπορούσαν να σουτάρουν, να τριπλάρουν και δεν ήταν καν ψηλές. Δεν ήταν ο τύπος των κοριτσιών που έπαιζαν στις αλάνες. Ασχολούνταν με τις σπουδές τους, συμμετείχαν σε επιστημονικά projects, πηγαίναν διακοπές για σκί με τους γονείς τους και ονειρεύονταν μία καριέρα ερευνητικού επιστήμονα. Ήξερε ότι εάν προσπαθούσε να παίξει συμβατικά θα έχανε τον αγώνα. Από την άλλη όμως δεν του άρεσε να χάνει εύκολα. Η δεύτερη αρχή του λοιπόν ήταν να μην ακολουθήσει την πεπατημένη στρατηγική. Έβαλε όλη την ομάδα του να μαρκάρει τις αντίπαλες παίχτριες σε όλο το μήκος του γηπέδου, σε όλη την διάρκεια του αγώνα. Η ομάδα έφθασε στα τελικά του εθνικού πρωταθλήματος.
Η κόρη του Vivek δήλωσε:
Η κόρη του Vivek δήλωσε: