Η Βίκυ θεωρείται μία εμφανίσιμη γυναίκα, πιστή σύζυγος, καλή κόρη, με σταθερή εργασία στο Δημόσιο, με σύζυγο γιατρό, και με δύο παιδιά, μορφωμένη, κοινωνική, με ωραίο αυτοκίνητο και σπίτι. Μία πολύ άνετη ζωή που όλοι την θαύμαζαν για την αγαπημένη και σωστή οικογένεια και για την κοινωνική της ευφυία. Ποτέ δεν παραμελούσε τις κοινωνικές υποχρεώσεις και έκανε τα σωστά δώρα στους σωστούς ανθρώπους. Είναι μία περίπτωση γυναίκας, συζύγου και μητέρας που όλοι μας γνωρίζουμε και θαυμάζουμε. Μία περίπτωση επιτυχημένης γυναίκας και οικογένειας, σαν και αυτές που συναντάμε συνεχώς γύρω μας σήμερα.
Η ιστορία είναι πιο βαρετή αλλά πολύ πιο τραγική απ’όσο φαντάζεστε.
Από μικρή ήταν το καλό παιδί,
το έξυπνο, το εμφανίσιμο…
Γίνονταν πάντα το δικό της.
Μεγαλώνοντας, σπούδασε χωρίς να κουραστεί,
είχε πάντα την υποστήριξη των γονιών της.
Είχε κατακτήσεις και πολλούς φίλους που ήθελαν να βγαίνουν μαζί της.
Κοιτούσε πάντα να περνά καλά και ανώδυνα,
και με κάποιον τρόπο τα κατάφερνε.
Δεν στενοχωρούσε ποτέ κανέναν γιατί όταν πρόδιδε κάποιον ήξερε να κρύβεται.
Και δεν δίσταζε να το κάνει κάθε φορά που χρειάζονταν για να συνεχίζει να περνά καλά.
Έπειτα παντρεύτηκε έναν άντρα που τις έδωσε κοινωνικό status,
(γιατρός)
και σχετικά αρκετά χρήματα για μια άνετη ζωή.
Έτσι από τις εμφανίσιμες κατακτήσεις της, επέλεξε το εμφανίσιμο status.
Κέρδισε χρηματική αλλά και κοινωνική αξία
ώστε μπορούσε να επιδείξει πράγματα και status.
Έκανε ένα πληρωμένο μεταπτυχιακό και
πολύ γρήγορα διορίστηκε στο δημόσιο.
(με ΑΣΕΠ, απλά έτυχε να ήταν την περίοδο που κυβερνούσε το κόμμα που υποστήριζε εκείνη και ο άντρας της).
Ήταν η καλή κόρη.
Φρόντισε τους γονείς της μέχρι το τέλος,
από μακρυά
πληρώνοντας γυναίκες, με τα χρήματά τους,
κρατώντας και αρκετά για τον…κόπο της.
Ο άντρας της πουλούσε τις γνωριμίες του και την “ιατρική του ιδιοφυΐα”
και κέρδισε την εμπιστοσύνη και την συμπάθεια των γονιών της,
(και μερικές χιλιάδες ευρώ).
Ένα επιπλέον προϊόν που “πουλούσαν” στους γονείς,
ήταν τα εγγόνια,
με αντάλλαγμα το μεγάλωμα τους και χρηματικές απολαβές.
Γενικά πουλούσε οτιδήποτε για μια “κομψή” ζωή. Ανθρώπους, σχέσεις, συναισθήματα.
Ένας κομψός γάμος και τα παιδιά ήταν κουτάκια που έπρεπε να τσεκάρει.
Προσπαθούσε να εκμεταλευτεί όποιον είχε ανάγκη για να διατηρήσει το οικονομικό και κοινωνικό status και την εκτίμηση στον κύκλο της. Ένας κύκλος που προσπαθούσε και εκείνος να κάνει το ίδιο. Είχε κτίσει μία τέλεια εικόνα οικογένειας, συζύγου, γυναίκας και μητέρας που τσέκαρε όλα τα κουτάκια της επιτυχίας. Έκανε τα πάντα για να τα τσεκάρει και να τα διατηρήσει έτσι. “Έγλυφε” κομματόσκυλα για να μπεί στο δημόσιο και να σπουδάσει, εκμεταλεύονταν τα χρήματα των γονιών της για να τους φροντίζει, και κοιμόνταν με ένα εμφανίσιμο κοινωνικό status, αδιαφορώντας για την ουσία των σχέσεων. Είχε καταφέρει να κτίσει την τέλεια εικόνα επιτυχίας για κάθε μεσοαστικό νου.
Μία κοινωνία που έθετε τα “κουτάκια” που έπρεπε να τσεκάρει.
Μία κοινωνία που ενδιαφέρονταν μόνο εάν όλα αυτά τα κουτάκια είναι τσεκαρισμένα.
Μία κοινωνία που τα μέλη της είχαν αποδεχτεί αυτά τα κουτάκια,
και θυσίαζαν την ηθική, την ευφυία και τη ζωή τους,
για να τα τσεκάρουν.
Όσοι έμπαιναν σε αυτόν τον ατέρμονο αγώνα της “επιτυχίας”
έπρεπε να θαυμάζουν όσους είχαν τους ίδιους στόχους.
Όχι γιατί πραγματικά ένιωθαν θαυμασμό,
αλλά γιατί εάν δεν το έκαναν,
θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν τον ίδιο τους τον εαυτό.
Και να του πουν ότι όλος αυτός ο συναισθηματικός ευνουχισμός,
ο βιασμός που άσκησαν στα όνειρα τους,
και η μετάλλαξη που υπέστησαν για να γίνουν “κοινωνικά επιτυχημένοι”,
για να μπορούν να φλεξάρουν το σπίτι, τη δουλειά ακόμη και τα παιδιά τους στον κάθε γνωστό που συναντούσαν τυχαία στο δρόμο,
δεν άξιζε τον κόπο.
Αλλά εάν το παραδέχονταν αυτό, τότε θα έπρεπε να αλλάξουν.
Θα έπρεπε να απαλλαχτούν από την ανούσια επιτυχία τους,
και να επιδιώξουν να γίνουν κάτι πιο ουσιαστικό.
Αυτό όμως είναι αδύνατο.
Γιατί δεν μπορούν πλέον να γίνουν τίποτα άλλο.
Δεν μπορούν να ζήσουν παρά μόνο για την κοινωνία.
Γιατί η υπόστασή τους ορίζεται πλέον μόνο από αυτά τα “κουτάκια” της επιτυχίας τους.