Οι επιβάτες

18
2866


Πάντα με γοήτευε να κοιτάζω προσεκτικά τους επιβάτες των τρένων, των πλοίων ή των λεωφορείων και να προσπαθώ να φανταστώ τις ιστορίες τους. Πίστευα πως σε μια τέτοια διαδρομή κρύβονται διαφορετικές ιστορίες ανθρώπων αρκεί να μπορείς να τους “αφουγκραστείς”.

Έτσι και χθες στο δρομολόγιο για το λιμάνι, μόλις κάθισα στην θέση μου παρατήρησα την συνεπιβάτιδα μπροστά μου. Ήταν μια γυναίκα κοντά στα 50, περιποιημένη, κομψή, “εύθραυστη”. Το βλέμμα της μου τράβηξε την προσοχή. Έμοιαζε ταραγμένη, σαν κάτι να την στεναχωρούσε πολύ. Τα μάτια της καθηλωμένα έξω από το παράθυρο αλλά οι μύες τους σαν να διασπώνται όπως ακριβώς και οι μύες των χειλιών της. Ενώ δεν μιλούσε σε κανέναν, φαινόταν σαν η γυναίκα να έκανε μόνη της εσωτερικούς διαλόγους, σαν να μιλούσε στον εαυτό της ή σαν να έκανε πρόβα τι θα έλεγε σε κάποιον. Σε όλη την διαδρομή τα μάτια της και το στόμα της, έκαναν σιωπηλούς διαλόγους. Αναρωτήθηκα τι να σκέφτεται, τι να την απασχολεί; Την είδα να κτυπά το κουδούνι και να κατεβαίνει στην στάση κοντά στο Αστυνομικό Μέγαρο… Έκανα μια υπόθεση ότι ίσως να είχε χάσει κάτι πολύτιμο, ή ίσως να έκανε κάποια καταγγελία για κάτι ή για κάποιον που τη βασάνιζε. Ποιος ξέρει…

Από την ίδια στάση ανέβηκε ένα νέο κορίτσι, γύρω στα 19-20. Πανέμορφη, σαν αρχαία Ελληνίδα, με περήφανη κορμοστασιά, αγέρωχη. Κοίταξα το πρόσωπο της, φαινόταν ήρεμο, με μια αποφασιστικότητα που χαρακτηρίζει τα νέα παιδιά. Στον καρπό της, είχε “κτυπήσει” ένα τατουάζ. Υπέθεσα πως θα είχε αποτυπώσει ανεξίτηλα στο δέρμα της κάποια ιδέα ή αξία που είναι πιο δυνατά στα εφηβικά χρόνια, περί έρωτα, αγάπης ή κάποιο όνομα προσώπου. Έκανα λάθος. Κοιτάζοντας πιο προσεκτικά διέκρινα πάνω στον καρπό της, την λέξη: “Latin”.  Πιθανόν το νεαρό αυτό κορίτσι ένιωθε ευτυχισμένο, χορεύοντας. Έπειτα από λίγο έβγαλε το κινητό της, πληκτρολογούσε βιαστικά και “βυθίστηκε” σε αυτό…

Δίπλα της καθόταν μια ηλικιωμένη γυναίκα, πάνω από 80 χρονών. Φορούσε μαύρα ρούχα, τα μαλλιά της λευκά, μαζεμένα σε κότσο πίσω από το κεφάλι της. Το τηλέφωνο της χτύπησε και την άκουσε να λέει:
“Είμαι στο λεωφορείο. Βρήκα τα φάρμακα. Τώρα έρχομαι. ”
Ίσως, φρόντιζε κάποιον που την περίμενε στο σπίτι. Τα περήφανα γηρατειά, αγωνιστές της ζωής ακόμη και σε αυτήν την ηλικία. Αναρωτήθηκα εάν είχε παιδιά που θα μπορούσαν να την βοηθήσουν ώστε να μην ταλαιπωρείται στα 80.

Τις σκέψεις μου διέκοψαν, οι συνομιλίες ενός ζευγαριού που μπήκε μέσα στην επόμενη στάση. Ήταν δύο νέα παιδιά, ο νεαρός κουβαλούσε δύο βαλίτσες και η κοπέλα δίπλα του. Κάθισαν πίσω μου. Τον άκουσα να βγάζει ένα μεγάλο αναστεναγμό. Το κορίτσι όμως φαινόταν χαρούμενο. Μιλούσανε και λέγανε για το πώς θα βρουν θέση στο πλοίο που θα αφήσουν τα πράγματά τους, σε πόση ώρα θα έχουν φτάσει στον προορισμό τους, και τι ώρα θα πετούσε το αεροπλάνο για Βερολίνο. Οι νέοι έφευγαν για το εξωτερικό.
“Χαίρεσαι βρε;” την ρώτησε ο νέος.
Και εκείνη του απάντησε καταφατικά, γελώντας. Και συνέχισαν να λένε για το ταξίδι στο εξωτερικό και την δουλειά που τους περίμενε…
Έφευγαν κι αυτοί…
Μαζί…

Πόσες παράλληλες ζωές και ιστορίες ανθρώπων, συνεπιβάτες στο ίδιο δρομολόγιο όμως με άλλο προορισμό. Στην Ελλάδα της κρίσης, κάποιες ιστορίες ανθρώπων μοιάζουν κάπου να συγκλίνουν, κάποιες είναι λυπημένες, κάποιες χαρούμενες.

Μέχρι να έφτανα στον δικό μου προορισμό θα τις ξεχνούσα και θα συνέχιζα την δική μου πορεία… 

Φωτογραφία: pexels 
Μουσική από  Dream Heaven / Pixabay

MEDIA

Video
Sound file

Συλλογές

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση