Search
Close this search box.

«Χρειάζονται πολλά τον κόσμο για να αλλάξεις»

27
12025

Από το βιβλίο '' ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ, Ποιήματα’’ σε  μετάφραση Μάριου Πλωρίτη

Χρειάζονται πολλά τον κόσμο για να αλλάξεις:
Οργή κι επιμονή. Γνώση κι αγανάκτηση.
Γρήγορη απόφαση, στόχαση βαθιά.
Ψυχρή υπομονή, κι ατελείωτη καρτερία.
Κατανόηση της λεπτομέρειας και κατανόηση του συνόλου.
Μονάχα η πραγματικότητα μπορεί να μας μάθει πως την πραγματικότητα να αλλάξουμε.

Οι ηλίθιοι μονάχα ζουν ανέμελοι.

Αυτοί που αρπάζουν το φαί από το τραπέζι, κηρύττουν την λιτότητα. 
Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσίματα ζητούν θυσίες. 
Οι χορτάτοι  μιλάν στους πεινασμένους για τις μεγάλες εποχές που θα ΄ρθουν.
Αυτοί που τη χώρα σέρνουνε στην άβυσσο λεν πως η τέχνη να κυβερνάς το λαό 
είναι πάρα πολύ δύσκολη
για τους ανθρώπους του λαού.

Τόσοι και τόσο μας αφήνουνε, χωρίς να τους κρατήσουμε.
Έχουμε πει το καθετί, τίποτα πια δεν έχει απομείνει ανάμεσα σε μας κι εκείνους, σκληραίνουν τα πρόσωπα μας, σαν χωρίζουμε.
Κι όμως, το πιο σπουδαίο δεν το είπαμε, μόνο αναμασούμε τ’ ασήμαντα.

Μην αφήσεις ακόμα το βιβλίο που διαβάζεις, άνθρωπε.

Στους αστόχαστους που ποτέ δεν αμφιβάλλουν, 
συνταιριάζουν οι στοχαστικοί που ποτέ δεν δρούνε.
Τούτοι αμφιβάλλουν όχι για να πάρουν μιαν απόφαση αλλά για να μην πάρουν καμιά. Τα κεφάλια τους τα χρησιμοποιούνε μόνο για να τα κουνάνε. Με σκοτισμένο πρόσωπο
ειδοποιούν τους επιβάτες των καραβιών που βουλιάζουν, πως το νερό είναι επικίνδυνο.
…Γι’ αυτό αν παινεύεις την αμφιβολία, μην παινέψεις την αμφιβολία που καταντάει απελπισία!
Τι ωφελεί η αμφιβολία εκείνον που δεν μπορεί να αποφασίσει;
Μπορεί να πράξει λάθος όποιος δε γυρεύει πολλούς λόγους για να δράσει.
Μα όποιος πάρα πολλούς γυρεύει, μένει άπραγος την ώρα του κινδύνου.

Λαθεμένο μου φαινόταν πάντα τ΄όνομα που μας δίναν:
«Μετανάστες».
Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο, δε φύγαμε γιατί το θέλαμε, λεύτερα να διαλέξουμε μια άλλην γη.
Ούτε  και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν.
Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε.
Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα ΄ναι, μα εξορία.
Έτσι, απομένουμε εδώ πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά στα σύνορα, προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό σημάδι αλλαγής την άλλην όχθη, πνίγοντας μ’ ερωτήσεις κάθε νεοφερμένο, χωρίς τίποτα να ξεχνάμε, τίποτα  ν΄ απαρνιόμαστε, χωρίς να συγχωράμε τίποτα απ’ όσα έγιναν, τίποτα δε συχωράμε.

Η οπλισμένη κριτική μπορεί και κράτη να ξεθεμελιώσει.
 
 

Περισσότερο φως, ηλεκτρολόγε,  στη σκηνή. Πώς θες,  δραματουργοί κι ηθοποιοί, να δείξουμε τ΄αντικαθρέφτισμα του κόσμου, μέσα στο μισοσκόταδο;
Τούτο το σύθαμπο καλεί σε ύπνο. Ενώ εμείς θέλουμε ξύπνιους θεατές – κι ακόμα πιο πολύ: ξυπνούς! Καν’ τους  να ονειρευτούν στο πλέριο φως…!

Εφτά φορές κλείνεις τα μάτια.
Όμως την όγδοη καταδικάζεις μονομιάς.

MEDIA

Video
Sound file

Συλλογές

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση