Η νήσος του Πάσχα
Το Πάσχα του 1722 ο Ολλανδός Roggeveen, αποβιβάστηκε σε ένα μικρό νησί στην μέση του Ειρηνικού Ωκεανού. Συνάντησε περίπου 3.000 κατοίκους να ζουν σε εξαθλιωμένες καλύβες και σε σπηλιές. Το 1770 οι Ισπανοί κατέκτησαν το νησί, αλλά ήταν τόσο απομακρυσμένο, αραιοκατοικημένο και φτωχό σε πρώτες ύλες ώστε δεν προχώρησαν σε επίσημη αποικιοκρατική κατοχή. Ακολούθησαν και άλλες σποραδικές επισκέψεις στο νησί από τον “πολιτισμένο κόσμο”. Το 1877 οι Περουβιανοί αιχμαλώτισαν και απομάκρυναν όλους τους κατοίκους εκτός από 110 γέρους και παιδιά. Τελικά το νησί καλύφθηκε από τους Χιλιανούς και μετατράπηκε σε ένα γιγαντιαίο βοσκότοπο με 40.000 πρόβατα υπό τον έλεγχο βρετανική εταιρίας, ενώ οι κάτοικοι που απέμειναν περιορίστηκαν σε έναν μικρό χωριό.
Το Ραπα Νουι, όπως ονομάζεται σύμφωνα με την τοπική διάλεκτο, isla de Pascua στα ισπανικά ή Νήσος του Πάσχα όπως το αποκαλούμε ευρύτερα, που μνημονεύει την ημέρα που το ανακάλυψε ο Roggeveen, είναι ένα από τα πιο απομακρυσμένα, κατοικημένα μέρη του πλανήτη. Έχει έκταση 150 τετραγωνικά μίλια και βρίσκεται στον Ειρηνικό Ωκεανό. Απέχει 2.000 μίλια από τις δυτικές ακτές της Νότιας Αμερικής και 1.250 μίλια από την πλησιέστερη κατοικήσιμη ακτή του νησιού Πίτκερν. Ο πληθυσμός του έφθασε στην ακμή του τους 7.000 κατοίκους. Παρά την φαινομενική ασημαντότητα, η ιστορία της Νήσου του Πάσχα αποτελεί μια ζοφερή προειδοποίηση για το ανθρώπινο είδος.
Πολυνήσιοι: Οι πρώτοι κάτοικοι
Ο αποικισμός του νησιού οφείλεται στην τελευταία φάση μακροχρόνιων μετακινήσεων που έκαναν οι άνθρωποι γύρω από τον πλανήτη. Οι πρώτοι άποικοι έφθασαν στο νησί γύρω στον 5ο αιώνα μ.Χ, την περίοδο που στην Δυτική Ευρώπη κατέρρεε η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και η Κίνα ζούσε στο χάος που ακολούθησε την κατάρρευση της αυτοκρατορίας των Χαν, 200 χρόνια νωρίτερα. Οι πρώτοι κάτοικοι προέρχονταν από την Πολυνησία, όταν ο αποικισμός αποτελούσε μέρος μιας μεγάλης διαδικασίας ανακαλύψεων και εγκατάστασης σε όλο το πλάτος του Ειρηνικού Ωκεανού. Οι αρχέγονοι Πολυνήσιοι κατάγονταν από την Νοτιοανατολική Ασία και έφθασαν στα νησιά Τόγκα και Σαμόα γύρω στα 1.000π.Χ. Από εκεί, κινήθηκαν ανατολικότερα στα νησιά Μαρκέσας γύρω στα 300 μ.Χ και έπειτα, προς δύο κατευθύνσεις: Νοτιοανατολικά προς την Νήσο του Πάσχα και Βόρεια προς την Χαβάη, τον 5ο αιώνα μ.Χ. Η τελευταία φάση έλαβε μέρος προς τα νησιά Σοσάιτυ γύρω στο 600μ.Χ και από εκεί στην Ν. Ζηλανδία, στα Νοτιοδυτικά και την Νήσο του Πάσχα στα νοτιοανατολικά , μία έκταση δυο φορές μεγαλύτερη από εκείνη των ΗΠΑ. Έκαναν τα μακρινά ταξίδια τους επάνω σε διπλό κανό, που ενωνόταν με μία διπλή πλατφόρμα, η οποία στέγαζε ανθρώπους και μετέφερε φυτά, ζώα και τροφή. Επρόκειτο για προμελετημένες αποστολές αποικισμού, που απαιτούσαν εξαιρετικές γνώσεις ναυσιπλοΐας διότι, τα ρεύματα και οι άνεμοι στον Ειρηνικό εναντιώνονται στην πορεία από τα δυτικά προς τα ανατολικά.
Η κατάσταση στο Νησί του Πάσχα
Έτσι, όταν έφθασαν οι πρώτοι επισκέπτες στο νησί συνάντησαν μία μεγάλη έκπληξη. Δεν ήταν τόσο η πρωτόγονη κατάσταση στην οποία ζούσαν οι κάτοικοι, αλλά τα δείγματα ενός ανεπτυγμένου πολιτισμού που υπήρχε εκεί. 600 πέτρινα αγάλματα, τα Μοάι, ύψους είκοσι πόδια που βρέθηκαν διάσπαρτα στο νησί. Απεικόνιζαν μεγαλόσωμους άνδρες με μία κόκκινη κορδέλα στο μέτωπο, η οποία φτιάχτηκε από διαφορετικό πέτρωμα από εκείνο του υπόλοιπου σώματος. Τα αγάλματα αυτά απαιτούσαν ανεπτυγμένη τεχνολογία, όχι τόσο για το λάξεμά τους αλλά κυρίως για την μεταφορά τους. Η αντίθεση αυτή, της πρωτόγονης κατάστασης των κάτοικων, με τα αγάλματα που υποδήλωναν μία ανεπτυγμένη τεχνολογία, δημιούργησαν ένα μυστήριο γύρω από το νησί. Πολλές ευφάνταστες ιδέες εκφράστηκαν όπως η επίσκεψη εξωγήινων, η ύπαρξη ενός μεγάλου πολιτισμού, ο οποίος βυθίστηκε στον ωκεανό αφήνοντας ως απομεινάρι το νησί του Πάσχα κ.α.
Όταν ανακαλύφθηκε το νησί, είχε περιορισμένους πόρους. Ήταν ηφαιστιογενές αλλά τα τρία ηφαίστεια είχαν σβήσει τουλάχιστον 400 χρόνια πριν φθάσουν εκεί οι πρώτοι κάτοικοι, δηλαδή οι Πολυνήσιοι. Η θερμοκρασία και η υγρασία βρίσκονταν σε υψηλά επίπεδα, οι πηγές φρέσκου νερού ελάχιστες και η ποιότητά του κακή. Εξαιτίας τη απομόνωσής του από τον υπόλοιπο κόσμο, το νησί διέθετε πολύ λίγα είδη φυτών και ζώων. Υπήρχαν μόλις 30 γηγενή είδη φυτών. Τα μόνα οικόσιτα ζώα ήταν οι κότες, τα γουρούνια, τα σκυλιά και το πολυνησιακό ποντίκι. Οι σοδειές αποτελούνταν από γιαμ, τάρο, ατρόκαρπο, μπανάνες, καρύδες και γλυκοπατάτες. Οι άποικοι έφεραν στην νήσο κότες και ποντίκια.
Οι πρώτες κοινωνίες
Οι πρώτοι άποικοι που έφθασαν στο νησί τον 5ο αιώνα δεν πρέπει να ήταν πάνω από 20-30. Ήταν οργανωμένοι σε διευρυμένη οικογένεια, η οποία κατείχε και καλλιεργούσε την γη από κοινού. Τα στενά συνδεδεμένα νοικοκυριά σχημάτιζαν γένη και clans (ομάδες), τα οποία είχαν το δικό τους κέντρο θρησκευτικής δραστηριότητας. Οι τόποι κατοικίας ήταν διασκορπισμένοι στο νησί. Οι κοινωνικές δραστηριότητες εστιάζονταν σε χωριστά λατρευτικά κέντρα, ενώ κύρια λατρευτικά μνημεία ήταν μεγάλες πέτρινες πλατφόρμες (Αχού), που χρησιμοποιούνταν για την ταφή και την λατρεία των προγόνων τους. Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό των κοινωνιών αυτών ήταν ότι η παραγωγική τους δραστηριότητα απαιτούσε μικρή προσπάθεια και πολύ λίγο χρόνο ενασχόλησης. Αυτό τους έδινε την δυνατότητα συγκρότησης και δημιουργίας μιας από τις πιο σύνθετες κοινωνικές οργανώσεις στον κόσμο όπως και την ανάπτυξη περίπλοκων θρησκευτικών τελετών. Μερικές περιλάμβαναν αφηγήσεις από το μόνο γνωστό είδος πολυνησιακής γραφής (προγκορονγκο) που πρόκειται λιγότερο για γραφή και περισσότερο για μια σειρά τεχνικών απομνημόνευσης.
Η ανέγερση των αγαλμάτων απαιτούσε τεράστιες ποσότητες εργασίας, τόσο για την σμίλευσή τους αλλά κυρίως για την μεταφορά τους στα διάφορα σημεία του νησιού ή την ανέγερσή τους επάνω στα Αχού. Για να το επιτύχουν αυτό έκοψαν κορμούς δέντρων, που τότε στο νησί ήταν άφθονοι και έφτιαξαν κυλίνδρους επάνω στους οποίους μετέφεραν τα αγάλματα, χρησιμοποιώντας την ανθρώπινη δύναμη.
Η κατάρρευση
Ο πληθυσμός του νησιού αυξανόταν σταθερά φθάνοντας στα 7.000 άτομα. Μαζί με αυτόν αυξήθηκε ο αριθμός των clans αλλά και ο ανταγωνισμός μεταξύ τους. Το 16ο αιώνα, ακριβώς επάνω στην ακμή του, ο πολιτισμός αυτός κατέρρευσε. Η αίτια της κατάρρευσης και το κλειδί για να κατανοήσουμε τα “μυστήρια” του Νησιού, ίσως αποτελέσουν και το κλειδί για την διάσωση του ανθρώπινου είδους στον πλανήτη.
Πριν την αποίκηση του, το νησί είχε πλούσια βλάστηση και εκτεταμένα δάση. Καθώς ο πληθυσμός αυξάνονταν κόπηκαν δάση για να χρησιμοποιηθούν για καύσιμα, κατασκευές, εργαλεία, κατασκευή σπιτιών και κανό για ψάρεμα, για τις θρησκευτικές τους τελετουργίες και την μεταφορά των αγαλμάτων, αλλά και για να αξιοποιηθούν οι εκτάσεις γεωργικά. Όσο μεγάλωνε ο ανταγωνισμός μεταξύ των ομάδων, τόσο μεγάλωνε και η ανάγκη για ανέγερση αγαλμάτων, που θα υποδήλωναν την επιβολή του ενός clan έναντι του άλλου. Γύρω στα 1.600 το νησί αποψιλώθηκε τελείως, αφήνοντας πολλά αγάλματα ατελή στα λατομεία. Η αποδάσωση δεν σήμανε μόνο το τέλος του θρησκευτικού ανταγωνισμού, αλλά είχε δραματικές συνέπειες για την επιβίωσή τους. Τα ξύλινα σπίτια εγκαταλείφθηκαν επειδή δεν υπήρχαν υλικά ανακατασκευών, οι άνθρωποι μετοίκισαν σε σπηλιές ή σε σκαμμένα λαγούμια στις πλαγιές των βουνών, δεν μπορούσαν να φτιάξουν νέα κανό και δίχτυα για να ψαρέψουν. Οι καλλιέργειες μειώθηκαν δραματικά, μιας και το έδαφος δεν μπορούσε να αντικαταστήσει τα θρεπτικά συστατικά τα οποία έπαιρνε από τα δάση. Η μόνη πηγή διατροφής παρέμεναν τα κοτόπουλα, τα οποία όμως δεν μπορούσαν να συντηρήσουν τους 7.000 κατοίκους του νησιού. Η έλλειψη πρωτεϊνών είχε ως αποτέλεσμα τα στραφούν ακόμη και στον κανιβαλισμό! Ο πληθυσμός άρχισε να μειώνεται με γοργούς ρυθμούς.
Η παρακμή του πολιτισμού είχε ξεκινήσει. Χωρίς φυσικούς πόρους, οι κάτοικοι του νησιού ήταν εγκλωβισμένοι στην μέση του Ειρηνικού. Η ανικανότητα ικανοποίησης τόσο των υλικών, όσο και των θρησκευτικών τους αναγκών συνέβαλε στην κατάπτωση των ηθικών αξιών. Η δουλεία εξαπλώθηκε και η ανάγκη για πρόσβαση σε τροφή οδήγησε σε συγκρούσεις που εξελίχθηκαν σε πολέμους.
Το μάθημα
Οι κάτοικοι του νησιού κατάφεραν όχι μόνο να επιβιώσουν σε ένα αντίξοο περιβάλλον, αλλά να αναπτύξουν ένα αξιόλογο πολιτισμό. Ήταν ένας θρίαμβος της ανθρώπινης επινοητικότητας και μία φαινομενική νίκη απέναντι στο δυσμενές φυσικό περιβάλλον. Ο αυξανόμενος πληθυσμός και οι πολιτισμικές φιλοδοξίες των κατοίκων οδήγησαν στην εξάλειψη των φυσικών πόρων. Ανήμποροι να κρατήσουν μία βιώσιμη ισορροπία ανάμεσα στις φιλοδοξίες τους και την συνύπαρξή τους με την φύση, οδηγήθηκαν από το απόγειο της πολιτισμικής τους ανάπτυξης σε μία πρωτόγονη κατάσταση εξαθλίωσης και πολιτισμικού αλλά και βιολογικού αφανισμού τους.
Το παράδειγμα της Νήσου του Πάσχα, αν και απόλυτα πραγματικό έχει και έναν αλληγορικό χαρακτήρα. Ο άνθρωπος έχει πολύ περιορισμένους φυσικούς πόρους στον πλανήτη και ουσιαστικά καμία πραγματική διέξοδο από αυτόν. Εάν αφήσει την φιλοδοξία του να τον κυριεύσει τότε η μοίρα του έχει ήδη σκιαγραφηθεί, όπως στην ιστορία που αφηγηθήκαμε.
Η φύση είναι απαραίτητη προϋπόθεση επιβίωσης του ανθρώπου, το αντίθετο όχι…
Cover photo: National Geographic
Η ιστορία δημοσιεύτηκε με την υποστήριξη των εκδόσεων νήσος |