Η σκλαβιά
Ένα άλογο είχε ένα λιβάδι για τον εαυτό του, όταν ήρθε ένα ελάφι και άρχισε να καταστρέφει τη βοσκή. Το άλογο, θέλοντας να εκδικηθεί το ελάφι, ρώτησε κάποιον άνθρωπο εάν μπορούσε να συνεργαστεί μαζί του για να το εκδικηθεί. Ο άνθρωπος απάντησε “ναι”, αν δεχτείς το χαλινάρι μου και με αφήσεις να ανέβω στην ράχη σου, κρατώντας τα ακόντιά μου”. Το άλογο συμφώνησε και άφησε τον άνθρωπο να ανέβει στην ράχη του, έτσι όμως αντί να πάρει την εκδίκησή του από το ελάφι, έγινε το ίδιο δούλος του ανθρώπου.
Το ποντίκι της πόλης
Μια φορά και έναν καιρό, το ποντίκι της πόλης επισκέπτεται τον ξάδελφό του στην επαρχία. Ήταν τραχύς, αλλά αγαπούσε τον ξάδερφό του από την πόλη και του έκανε μία εγκάρδια υποδοχή. Φασόλια και μπέικον, τυρί και ψωμί ήταν ό,τι μπορούσε να του προσφέρει. Τότε το ποντίκι της πόλης στρέφετε προς τον ξάδερφό του και του λέει:
“Πως μπορεί να επιζείς με τόσο φτωχό φαγητό, αλλά τί άλλο καλύτερο να περιμένεις εδώ στην επαρχία; Έλα μαζί μου στην πόλη και θα σου δείξω πως είναι η καλή ζωή. Όταν ζήσεις στην πόλη για μία εβδομάδα θα αναρωτιέσαι πώς μπορούσες να ζεις στην επαρχία.”
Έτσι και έγινε. Τα δύο ποντίκια ξεκίνησαν για την πόλη. Έφθασαν αργά το βράδυ. “Θα χρειαστείς κάποια αναζωογόνηση μετά από τέτοιο ταξίδι”, είπε ευγενικά στο ποντίκι από την επαρχία και τον οδήγησε στο τεράστιο σαλόνι. Εκεί βρήκαν απομεινάρια ενός πλουσιοπάροχου γεύματος και ξεκίνησαν να δοκιμάζουν νόστιμα ζελέ, κέικς, όλα υπέροχα. Ξαφνικά άκουσαν αγριεμένα γρυλίσματα και γαυγίσματα.
“Τι είναι αυτό ;” ρώτησε το ποντίκι από την επαρχία.”
“Δεν είναι τίποτα, απλά ο σκύλος του σπιτιού”
“Απλά; Δεν μου αρέσει αυτή η μουσική όταν γευματίζω”, απάντησε το ποντίκι από την επαρχία.
Εκείνη την στιγμή ανοίγει η πόρτα και εμφανίζονται δύο τεράστια αγριεμένα σκυλιά. Τα δύο ποντίκια έτρεξαν όσο μπορούσαν, φοβισμένα.
“Αντίο ξάδερφε”, είπε το ποντίκι από την επαρχία.
“Φεύγεις κιόλας;”
“Ναι, καλύτερα φασόλια και μπέικον στην ησυχία μου, παρά λουκούλλειο γεύμα με φόβο…”
Η δύναμη των πολλών
Ο γέρο-πατέρας, λίγο πριν πεθάνει συγκέντρωσε τους γιούς του γύρω του, για να τους δώσει τις τελευταίες του συμβουλές. Ζήτησε από τον υπηρέτη του να τού φέρει ένα μάτσο από δεμένα κλαδιά και είπε στον μεγαλύτερο γιό του να τα σπάσει.
Ο γιός του αν και κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια δεν μπόρεσε να τα σπάσει.
Οι άλλοι γιοί του προσπάθησαν επίσης, αλλά κανείς δεν τα κατάφερε.
“Λύστε το μάτσο” είπε ο πατέρας, “και πάρτε ο καθένας σας από ένας κλαδί. Προσπαθήστε πάλι”.
Αυτή την φορά όλοι οι γιοί κατάφεραν να σπάσουν τα κλαδιά.
“Είδατε; είπε ο πατέρας, η ένωση δίνει δύναμη…”