Θυμάμαι,
ήμουνα ακόμα μικρό παιδί, περίπου έξι χρονών. Ήμουν ένα πολύ ήρεμο και σχετικά ώριμο παιδί για την ηλικία μου γι' αυτό και προτιμούσα να περνάω τα απογεύματα με την γιαγιά μου και ν’ απολαμβάνω την όμορφη παρέα της. Μού χάριζε ένα τόσο όμορφο συναίσθημα συντροφιάς και ασφάλειας! Περνούσα ώρες ατελείωτες καθισμένη στον κήπο μαζί της, μιλώντας για κάθε θέμα και μαθαίνοντας συνεχώς καινούρια πράγματα απ 'αυτήν.
Μια μέρα όμως κατάφερα να μάθω κι εγώ κάτι καινούριο στην γιαγιά μου…Προσπάθησα τουλάχιστον να της το εξηγήσω! Της εξηγούσα λοιπόν για ώρες ότι οι κάμπιες που εκείνη τόσο μισούσε και σκότωνε γιατί της κατέστρεφαν τον κήπο, γινόντουσαν με τον καιρό πολύχρωμες, υπέροχες πεταλούδες που στόλιζαν τον κήπο μας και του χάριζαν χρώμα και ζωντάνια! Η γιαγιά μου όμως αμφέβαλλε ότι γίνεται κάτι τέτοιο κι έτσι συνέχισε να σκοτώνει αυτές τις ''βλαβερές'' κάμπιες που έτρωγαν τα πολυαγαπημένα της λουλούδια. Εγώ όμως μικρό και πεισματάρικο κορίτσι όπως ήμουν, ήθελα να σώσω πάση θυσία αυτά τα υπέροχα ζώα!
Αποφάσισα λοιπόν να της αποδείξω τα λεγόμενα μου αρχίζοντας να εκτρέφω μια κάμπια μέσα σ ΄ένα χάρτινο κουτί. Έκανα κάτι τόσο απλό το οποίο όμως έμεινε για πάντα χαραγμένο στη μνήμη μου και με βοήθησε να βάζω στόχους στη ζωή. Τάιζα λοιπόν την κάμπια μου καθημερινά με λίγα κλαδιά από τα λουλούδια της γιαγιάς, της έδειχνα και της εξηγούσα καθημερινά την πρόοδο που έκανε: από την απλή αλλαγή μεγέθους αρχικά, στην μετά κουκούλωση, μέχρι και την αρκετά καιρό αργότερα μετάλλαξη της σε πεταλούδα!
Θυμάμαι με κάθε λεπτομέρεια το πρωινό που ξύπνησα, έτρεξα όπως κάθε μέρα στην κούτα μου και επιτέλους αντίκρισα την πλέον μεταλλαγμένη μου κάμπια . Πήρα γρήγορα την κούτα μου και έτρεξα ξυπόλητη και με πιτζάμες στο σπίτι της γιαγιάς για να της δείξω επιτέλους την πεταλούδα μου. Βροντοχτυπούσα την πόρτα της μέχρι που μου άνοιξε κοιτώντας με απορημένο βλέμμα λόγω της πρωινής μου επίσκεψης. Χοροπηδούσα από χαρά και αγωνία, ενώ άνοιγα την κούτα δείχνοντας την πανέμορφη μαύρη με κίτρινο πεταλούδα μου… Βάζοντας την στην συνέχεια να κάτσει στο χέρι μου την έφερα κοντά της και την ρώτησα χαμογελαστά:
"Με πιστεύεις τώρα γιαγιά;"
Εκείνη χαμογέλασε και μού έδωσε την υπόσχεση να μην ξανασκοτώσει ποτέ πια κάμπια… Η διαδικασία αυτή έγινε πλέον παράδοση και από τότε κάθε χρόνο μάζευα κάμπιες και τις μεγάλωνα στο χαρτόκουτο μου, δείχνοντας τις πλέον ως πεταλούδες στην γιαγιά και διαλέγοντας μαζί της ποια είναι η πιο ωραία!
Τώρα πλέον είμαι δεκαπέντε χρονών και η γιαγιά έχει πεθάνει, δηλαδή το σώμα της έχει πεθάνει, η ψυχή της ζει ακόμα…Λένε ότι κάποιος πεθαίνει ολοκληρωτικά μόνο όταν τον ξεχάσουμε…Η γιαγιά μου λοιπόν είναι αθάνατη γιατί δεν πρόκειται να την ξεχάσω ποτέ!Όσα χρόνια κι αν πέρασαν, όσο κι αν άλλαξα εγώ και τα πράγματα γύρω μου, κρατάω τη μνήμη της γιαγιάς μου ψηλά και συνεχίζω ακόμα και τώρα κάθε χρόνο την παράδοση μας. Αυτήν την τόσο απλή διαδικασία που για εμένα πλέον έχει γίνει η καλύτερη ανάμνηση της αγαπημένης μου γιαγιάς.