Τον πατέρα μου δεν τον γνώρισα γιατί ήμουν στην κοιλιά της μητέρας μου όταν το δολοφονικό βόλι των Γερμανών-θηρίων έκοψε το νήμα της ζωής του. Μαζί με τον πατέρα μου σκότωσαν και τα τρία αδέρφια του και τον παππού μου…
Τον Μάιο του 1943 οι Γερμανοί εγκατέστησαν στην Βιάννο τρία δικά τους φυλάκια, μεταξύ αυτών ένα στην Κάτω Σύμη, στους πρόποδες των βουνών Βιάννου και Λασιθίου. Εκεί ήταν τα λημέρια των ανταρτών. Στις 10 Σεπτεβρίου του 1943 οι αντάρτες με αρχηγό τον Μανώλη Μπαντουβά σκότωσαν δύο Γερμανούς του φυλακίου. Όταν τα νέα έφτασαν στους αξιωματικούς στη Βιάννο και στο Ηράκλειο διατάχθηκε μια μεγάλη μονάδα να μεταβεί στο σημείο για να διερευνήσει το περιστατικό. Στο φαράγγι της Κάτω Σύμης, οι αντάρτες έστησαν ενέδρα, έγινε μάχη, αποδεκατίστηκε σχεδόν όλος ο λόχος των Γερμανών ενώ οι αντάρτες συνέλαβαν 13 Γερμανούς που τους πήραν πάνω στα λημέρια. Αυτή ήταν η αφορμή και στην επαρχία Βιάννου το αίμα έγινε… ποτάμι.
Σύμφωνα με σχέδιο που είχαν καταστρώσει στις 13 Σεπτεμβρίου του 1943 με επαίσχυντα ψέματα σε ένα χωριό στον Αγιο Βασίλειο, οι Γερμανοί συγκέντρωσαν τον κόσμο και έλεγαν ότι «δεν θα σας κάνουμε τίποτα εάν όλοι άντρες του χωριού επιστρέψουν στα σπίτια». Πραγματικά το κόλπο τους έπιασε όταν τα άλλα χωριά είδαν πως οι Γερμανοί δεν έκαναν τίποτα. Ήταν 14/9/1943 2.000 Γερμανοί κύκλωσαν όλα τα χωριά της Βιάννου. Στο χωριό μου στα Αμιρά που έγινε το μεγαλύτερο μακελειό από τις 6 τα ξημερώματα οι Γερμανοί με τεταμένα τα όπλα έσπαγαν παράθυρα, πόρτες, έμπαιναν μέσα και μάζευαν τους άντρες.
Στα Αμιρά συγκέντρωσαν γύρω στα 117 άτομα. Από τις 10 το πρωί μέχρι τις 4 το απόγευμα προχωρούσαν σε εκτελέσεις. Τους εκτελούσαν ανα 30 άτομα. Ανάμεσα στα 117 άτομα που σκότωσαν ήταν ο πατέρας μου, τρία αδέρφια του και ο πατέρας του. Τον πατέρα μου τον λέγανε Αριστομένη και εγώ πήρα το όνομα του, ήταν 33 χρονών. Ο αδερφός του Παύλος ήταν 20 χρονών, ο Γιάννης 27 ετών, ο Μαθιός ήταν 21 χρονών και ο παππούς μου Νίκος, κοντά στα 65-70 χρονών.
Στις εκτελέσεις που γίνονταν από πολύ κοντινή απόσταση, τα κεφάλια των εκτελεσμένων διασκορπιζότανε. Μετά τις 4 το απόγευμα που τελειώσανε τις εκτελέσεις έτρεξαν όλες ο γυναίκες για να βρουνε τους δικούς τους και γινόταν ο διαχωρισμός με τέτοιο σκληρό τρόπο αφού πρόσωπα δεν υπήρχαν. Έπρεπε λοιπόν να τους αναγνωρίσουν είτε από τα ρούχα είτε από κάποιο σημάδι. Οι γυναίκες αφού νύχτωνε και δεν προλάβαιναν να τους μεταφέρουν στο νεκροταφείο, άνοιξαν ομαδικούς τάφους στα σημεία των εκτελέσεων και έθαβαν τους νεκρούς τους. Όμως ο τρόπος ταφής ήταν τόσο πλημμελής που τα σκυλιά τη νύχτα ξεθάβανε τους νεκρούς…
Για να καταλάβει κανείς την δύναμη της Αντίστασης ακόμη και από τα μικρά παιδιά, στο διπλανο χωριό στην Κεφαλοβρύσι, ήταν 3 ανήλικα – 8 ετών, 12 ετών και 15 ετών- που έπαιζαν σε μια αυλή και μόλις είδε ο πατέρας τους ότι έρχονταν οι Γερμανοί κρύφτηκε πίσω από ένα θάμνο. Οι Γερμανοί ψάχνοντας στο σπίτι βρήκαν εφόδια αλλά και μια μέθοδο Αγγλικής, οπότε υποθέσανε ότι εκεί κρύβονταν Εγγλέζοι και αντάρτες. Αυτά τα παιδιά τα βασάνισαν με τις ξιφολόγχες, στα μάγουλα, στις πατούσες, τους έβγαζαν τα δόντια για να μαρτυρήσουν. Και τα παιδιά τους έλεγαν : «Δεν ξέρουμε τίποτα». Δεν τρόμαξαν, δεν δείλιασαν μπροστά στις ξιφολόγχες και στις σφαίρες που έσκιζαν τα κορμιά τους. Αυτά τα 3 μικρά παιδιά σήκωσαν στις πλάτες τους την υπερηφάνεια αυτού του λαού.
… Λίγες μέρες μετά από τις εκτελέσεις οι Γερμανοί αφού λεηλάτησαν, ανατίναξαν 980 σπίτια από 10 χωριά. Η Βιάννος αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο ολοκαύτωμα της χώρας με 461 νεκρούς.
Ζήσαμε ένα μεγάλο μαρτύριο. Αντισταθήκαμε σκληρά στον φασισμό, ματώσαμε, θυσιαστήκαμε για την λευτεριά και είμαστε περήφανοι για την Αντίσταση και τη Θυσία του μαρτυρικού και ηρωικού λαού.
Οι Βιαννίτες περάσαμε έναν πραγματικό Γολγοθά. Το πένθος και το σκοτάδι εσκίαζε τότε τα πάντα. Όταν μεγάλωσα και έγινα 3 χρονών, θυμάμαι ότι έβλεπα παντού μαύρα ρούχα και σε κάθε σπίτι σταυρούς. Κάθε σταυρός ήταν και ένας εκτελεσθέντας.
Όσοι επεζήσαμε αυτού του Χιτλερικού ολέθρου, οι χήρες και τα ορφανά, έπρεπε να ξεπεράσουμε τον πόνο μας, τον άδικο και βίαιο χαμό των αγαπημένων μας, πατεράδων, θείων, αδερφών… Θυμάμαι την μάνα μου τα βράδυα περίμενε να κοιμηθούμε τα τρία ορφανά με άδειο στομάχι και μετά έκλαιγε γοερά.
Φωτογραφικό υλικό: «Έκθεσις της Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη», που συνέταξαν ο Νίκος Καζαντζάκης και οι πανεπιστημιακοί, Ιωάννης Κακριδής και Ιωάννης Καλιτσουνάκης, μαζί με το φωτογράφο Κωνσταντίνο Κουτουλάκη.