Search
Close this search box.

Ο κύριος Νώντας

16
1198
 
 
Τον θυμάμαι να τραγουδά ζαλισμένος στη μέση του δρόμου και να φωνάζει τις νύχτες σε εκείνην γιατί πήρε μαζί της τα παιδιά και έφυγε. Τα τελευταία χρόνια πολλές φορές το ασθενοφόρο είχε κληθεί από γείτονες για να τον μεταφέρει στο Νοσοκομείο, αναίσθητο, «τύφλα της μεθιάς». Άλλες φορές, θυμάμαι τα παιδιά του να έρχονται σχεδόν εσπευσμένα να τον βρουν στην ίδια κατάσταση, αφού κανείς άλλος δεν μπορούσε «να τον κάνει καλά». Θυμάμαι και μια κοινωνική λειτουργό του νοσοκομείου, να σταματά συχνά και να τον… μαλώνει. Το πάθος του για το αλκοόλ, εκτός από την οικογένεια του είχε κοστίσει και την υγεία, για μήνες είχε νοσηλευτεί έχοντας καταστρέψει το συκώτι του.
Αυτή η επιδείνωση της υγείας του, τα τελευταία χρόνια, μάλλον τον έκανε να αναθεωρήσει κάπως τα πράγματα… πίνοντας λιγότερο.
 
Τις μέρες που ήταν καλά κυκλοφορούσε πάντα με το κουστουμάκι του και το τραγιασκάκι του, πάντα χαμογελαστός και πρόσχαρος, ψάχνοντας να πιάσει κουβέντα με τους γειτόνους. Κάποιοι τον αντιμετώπιζαν σαν «τον μέθυσο της γειτονιάς», κάποιοι άλλοι όχι, του μιλούσαν φιλικά και τον νοιάζονταν.
Θυμάμαι τα λόγια μιας φίλης, γειτόνισσάς του, που πολλές φορές τον είχε βοηθήσει να βρει το σπίτι του: «Δεν μπορείς να φανταστείς τι ευγενικός άνθρωπος που είναι. Κι αν μπεις μέσα στο σπίτι του δεν μπορείς να σκεφτείς πόσο τακτοποιημένο και καθαρό είναι, πόσο σχολαστικός είναι». Την κοίταζα με περιέργεια, δίχως να απαντήσω, και αναρωτιόμουν εάν μιλάμε για τον ίδιο άνθρωπο. 
 
Προσωπικά δεν του είχα μιλήσει ποτέ. Δεν έδινα σημασία και τον προσπερνούσα. Μέχρι χθες… Βγαίνοντας από το σπίτι μου μετά από πολλές μέρες νοσηλείας, είδαν τον κυρ Νώντα, μπροστά μου, πάντα χαμογελαστό. «Γεια σου γειτόνισσα! Τι κάνεις; Πού είναι το σκυλάκι σου;» είπε απευθύνοντας μου τον λόγο με καλοσύνη.
Του χαμογέλασα και του είπα πως είμαι καλύτερα, και πως το σκυλάκι μου, ξεκουράζεται στο σπίτι. 
Χαμογέλασε. «Α, γιατί είχα πολλές μέρες να σας δω!» απάντησε.
Ακολουθήσαμε στο δρόμο σχεδόν την ίδια πορεία μέχρι το ταβερνάκι της γειτονιάς. Όταν με είδε να μπαίνω μέσα, με πλησίασε σχεδόν πατρικά και μου είπε: «γιατί αγοράζεις φαγητό, δεν μπορείς να μαγειρέψεις στο σπίτι σου;».
Του απάντησα πως δεν τα καταφέρνω καλά αλλά και πως αυτό το διάστημα είμαι σε ανάρρωση και δεν έχω δυνάμεις. 
Και τότε μου απάντησε: «μπορεί να μην μαγειρεύεις για τον εαυτό σου, όμως πρέπει να σκέφτεσαι και το σκυλάκι σου». 
 
Άκου τι μου είπε, ο άνθρωπος, κάνοντας με να χάσω τα λόγια μου για δεύτερη φορά.
Και ενώ έφευγα για το σπίτι μου, ακούω και πάλι μια φωνή να μου λέει: «Στάσου, γειτόνισσα. Τόσα χρόνια σε βλέπω στη γειτονιά, και δεν ξέρω πώς σε λένε».  
«Μαρία, με λένε».
«Α, μα το όνομα σου, είναι Θεικό! Δεν θα το ξεχάσω… » είπε χαρούμενος και πρόσθεσε: «Σε ευχαριστώ που μου κράτησες παρέα μέχρι εδώ. Συνέχισε τη πορεία σου.  Καλή σου μέρα!».
 
Τα λόγια του σχεδόν με συγκίνησαν.  Δεν περίμενα από έναν… περιθωριακό να παρατηρεί την ζωή μου και να νοιάζεται.
Κι όμως ο κύριος Νώντας, δεν ήταν περιθωριακός.  
Εξαρτημένος ήταν και χρειάζονταν βοήθεια, και στήριξη. Πρώτα από τον ίδιο του τον εαυτό, μετά από τους άλλους. Άργησα πολύ να το καταλάβω, όμως αποφάσισα, πως από εδώ και στο εξής, για μένα, θα είναι ο Κύριος Νώντας, ακόμα και εάν ο καλός αυτός άνθρωπος δυσκολευόταν πολλές φορές να είναι κύριος του εαυτού του…


Εικαστικά – σχέδιο: 
Mrzyk & Moriceau
Eric Devan  Pencil drawing
Μουσική: pixabay

 

MEDIA

Video
Sound file

Συλλογές

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση