Κάνοντας ανάβαση στα Ιμαλαϊα είχαμε βρεθεί στια 15.500 πόδια. Κατά την διάρκεια του διαλείμματος μας ένας Νεοζηλανδός, της παρέας που προπορεύονταν, εμφανίστηκε με έναν μοναχό, Sadhu, στους ώμους του. Ήταν σε άθλια κατάσταση, ξυπόλυτος και σχεδόν γυμνός, να τρέμει και να υποφέρει από υποθερμία. Το άφησε επάνω στον βράχο. Ήταν εξαγριωμένος. Ήθελε να προχωρήσει πριν ο ήλιος λιώσει τον πάγο.
– Έκανα ότι μπορούσα, μας είπε, υπάρχουν μεταφορείς και οδηγοί. Φροντίστε τον, είπε επιστρέφοντας στην παρέα του. Πήρα τον σφυγμό του και ήταν ακόμη ζωντανός. Δεν μπορούσε να περπατήσει αλλά ήταν ζωντανός. Φαίνεται ότι επέστρεφε από τους άγιους τόπους στο Mulkinath. Ήταν άσκοπο να ρωτήσουμε γιατί αποφάσισε να ανέβει το βουνό σχεδόν γυμνός μιας και καμία απάντηση δεν θα έλυνε το πρόβλημα. Ο Στεφάν και οι Ελβετοί, άρχιζαν να βγάζουν τα πανωφόρια τους για να ντύσουν τον ασκητή. Είδα στο βάθος κάποιους Ιάπωνες να προχωρούν επάνω σε άλογα και χωρίς πολύ σκέψη αποφάσισα να συνεχίσω προς την κορυφή, αφήνοντας τους με τον ασκητή.
Όταν ο Στέφαν μας έφτασε, λίγο αργότερα, μου είπε:
– Πως αισθάνεσαι για την συμβολή σου στον θάνατο του συνανθρώπου μας.
– Πέθανε;
– Όχι αλλά σίγουρα θα πεθάνει.
Όταν έφυγα ο Στεφαν έμεινε με τον ασκητή προτείνοντας στους Ιάπωνες ιππείς να τον κατεβάσουν στην καλύβα που ήταν 1000 μέτρα πιο κάτω. Εκείνοι αρνήθηκαν όπως και η ομάδα οδηγών. Ο Ιάπωνας του έδωσε να φάει και να πιει, ενώ τελευταία είδαν τον ασκητή να πετά πέτρα στο σκύλο των Ιαπώνων που τον απειλούσε.
Για αρκετές από τις επόμενες ημέρες συζητούσα και διαφωνούσα με τον Στέφαν σχετικά με την ηθική υπόσταση της ιστορίας με τον ασκητή. Κανένας δεν ήθελε να αναλάβει ολόκληρη της ευθύνη για τον ασκητή. Ο καθένας έκανε ότι μπορούσε μέχρι το σημείο που δεν θα αισθάνονταν άβολα. Από το σημείο που θα του ήταν ενοχλητικό ή θα αποτελούσε εμπόδιο για τα σχέδιά του, απλά περνούσε την ευθύνη στον επόμενο. Ο Ιησούς απευθύνονταν σε μία πιο “προσωποποιημένη” κοινωνία αλλά πως ο λόγος του μπορεί να εφαρμοστεί σε έναν απρόσωπο κόσμο σήμερα;
– Περιγράφεις μία τυπική αντίδραση ενός Δυτικού στο πρόβλημα. Ρίχνει χρήματα στον φτωχό του δίνει ρούχα και φαγητό, αλλά δεν λύνει τα θεμελιώδη.
– Τι θα σε ικανοποιούσε; Εδώ είμαστε μία ομάδα από Νεοζηλανδούς, Ελβετούς, Αμερικάνους και έναν Ιάπωνα που δεν έχουμε συναντηθεί ποτέ ξανά, σε συνθήκες οριακές για την ζωή μας. Τι δικαίωμα έχει ένας ασκητής που επέλεξε το λάθος διαταράσσοντας τις ζωές μας.
– Αναρωτιέμαι τι θα έκαναν οι ντόπιοι οδηγοί εάν ήταν ένας καλοντυμένος Nepali, ο Ιάπωνας εάν ήταν ένας καλοντυμένος Ασιάτης και ή τι θα έκανες εσύ εάν ήταν μία καλοντυμένη Ευρωπαία.
– Που, είναι κατά την γνώμη σου, το όριο της ευθύνης σε μία τέτοια κατάσταση; Έπρεπε να κοιτάξουμε την δική μας επιβίωση. Κανένας δεν ήθελε να βγάλει τον εαυτό του έξω από τα όριά του.
– Ο Στεφάν απαντά: Προσωπικά ως χριστιανός, με Δυτική ηθική κουλτούρα, θα είχαμε εκπληρώσει την υποχρέωσή μας σε τρεις περιπτώσεις: 1) εάν ο ασκητής πέθαινε υπό την επίβλεψή μας, 2) εάν μας δήλωνε ότι θα μπορούσε να καταφέρει μόνος του δύο ημερών δρόμο μέχρι την καλύβα ή 3) όταν μεταφέραμε τον άνθρωπο μέχρι το χωριό και πείθαμε κάποιον να τον περιποιηθεί.
– Αφήνοντάς τον στον ήλιο με νερό και φαγητό, σε συνάρτηση της αντίδρασής του προς τον σκύλο νομίζω καλύπτουμε το 1 & 2. Και δεν θα είχε νόημα να τον αφήσουμε στην καλύβα όπου είναι πολύ λιγότερο φιλόξενοι από τους οδηγούς. Πραγματικά υποστηρίζει ότι ανεξάρτητα των επιπλοκών, θα έπρεπε να αλλάξουμε ολόκληρο το πλάνο;
Ερωτήματα
Από αυτή την ιστορία, γνωστή και ως η παραβολή του ασκητή (The parable of the Sadhu), προκύπτουν αρκετά ερωτήματα σχετικά με το δίλημμα της ατομικής έναντι της συλλογικής ευθύνης. Το ηθικό αυτό δίλημμα απασχολεί τόσο την επιχειρηματική όσο και την κοινωνική σκέψη σχετικά με τον προσδιορισμό του σωστού, των ορίων και της ευθύνης.
Τι γίνεται όταν σε μία ομάδα ο καθένας κάνει αυτό που “πρέπει” αλλά ο τελικός της στόχος δεν επιτυγχάνεται;
Ποιός φταίει όταν σε μία κοινωνία ο κάθε πολίτης δραστηριοποιείται μέσα στα όρια που του επιβάλλονται νομικά και ηθικά από αυτήν, αλλά η κοινωνία παρακμάζει;
Τελικά ποιες είναι οι προτεραιότητές μας ως άτομα; Να ευημερούμε εμείς ή να ζούμε σε μια κοινωνία που ευημερεί;
Αξίζει να ξεφύγουμε από το πλαίσιο της άνεσής μας όχι για να ικανοποιήσουμε κάτι ατομικό αλλά ένα ευρύτερο συμφέρον;
Μία ιστορία από τον Bowen H. McCoy
Photo: Metteo Marrone