H ιστορία του μικρού μαθητή
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, διηγείται ο Σαρτρ, ένας μαθητής του ζήτησε τη βοήθειά του για ένα σοβαρό ηθικό πρόβλημα που τον απασχολούσε. Οι Γερμανοί είχαν εκτελέσει τον πατέρα του μαθητή του, ο οποίος έκτοτε ανέλαβε την υποχρέωση να φροντίζει τη μητέρα του, μια και δεν είχε άλλον στον κόσμο αυτή, για να τη συντηρεί. Κάποια στιγμή δίνεται η ευκαιρία στο μαθητή του να συμμετάσχει στην Αντίσταση κατά των Γερμανών. Αυτός, πέρα από το πατριωτικό ενδιαφέρον, είχε έναν πρόσθετο, προσωπικό λόγο να θέλει να πολεμήσει εναντίον των Γερμανών. Υπερασπιζόμενος την πατρίδα του πίστευε ότι θα μπορούσε να εκδικηθεί για τον άδικο χαμό του πατέρα του. Όμως, αν έπαιρνε μια τέτοια απόφαση, η μάνα του θα έμενε εντελώς απροστάτευτη, με κίνδυνο να πεθάνει κιόλας. Το ηθικό πρόβλημα, για το οποίο ο μαθητής ζητούσε τη βοήθεια του Σαρτρ, αποκρυσταλλωνόταν στο δίλημμα: να πάει στην Αντίσταση, εγκαταλείποντας τη μάνα του στην τύχη της, ή να μείνει κοντά στη μητέρα του, αδιαφορώντας για την πατρίδα του; Ποια από τις δύο επιλογές ήταν η σωστή, ώστε να την ακολουθήσει; Το βέβαιο, σκέφτηκε ο Σαρτρ, είναι ότι η παραδοσιακή ηθική με τις καθιερωμένες αρχές της δε θα μπορούσε να προσφέρει καμιά βοήθεια στο μαθητή του.
Αν, ας πούμε, έκανε ό,τι υπαγορεύει η χριστιανική αρχή «αγάπα τον πλησίον σου», το δίλημμα γι’ αυτόν θα παρέμενε. Ποια από τις δύο – η μάνα του ή η πατρίδα του – ήταν ο πλησίον, ώστε να την αγαπήσει και να της προσφέρει τη βοήθειά του; Ο χριστιανισμός δε μας ορίζει ποιος μπορεί να είναι ο πλησίον. Ακόμα και τον εχθρό μας τον θεωρεί πλησίον και γι’ αυτό μας προτρέπει να τον αγαπάμε.
Την ίδια δυσκολία, σημειώνει ο Σαρτρ, θα αντιμετώπιζε στο πρόβλημά του ο μαθητής του και αν, ακολουθώντας τη μέθοδο του Καντ, υιοθετούσε την αρχή «να μεταχειρίζεσαι τον άλλο ως σκοπό, ποτέ απλώς ως μέσο». Και στην περίπτωση αυτή, το δίλημμά του «ποια από τις δύο να επιλέξω: τη μάνα μου ή την πατρίδα μου;» θα παρέμενε. Γιατί στην εν λόγω αρχή δε λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι μερικές φορές, στην προσπάθειά μας να μεταχειριστούμε κάποιον συνάνθρωπο μας ως σκοπό, υποχρεωνόμαστε να χρησιμοποιήσουμε κάποιον άλλο ως μέσο. Στην περίπτωσή του ακριβώς, ο μαθητής, επιλέγοντας, ας πούμε, να μείνει κοντά στη μητέρα του, θα είχε μεταχειριστεί μεν αυτή ως σκοπό, αλλά, συγχρόνως, θα είχε χρησιμοποιήσει την πατρίδα ως μέσο, και, αντιστρόφως, αν αποφάσιζε να πάει στην Αντίσταση, θα είχε μεταχειριστεί μεν την πατρίδα ως σκοπό, αλλά, συγχρόνως, θα είχε χρησιμοποιήσει τη μητέρα του ως μέσο. Η ηθική αρχή λοιπόν «να μεταχειρίζεται τον άλλο ως σκοπό, ποτέ απλώς ως μέσο» δε μας προσφέρει καμιά διέξοδο στα διλήμματά μας. Τούτο, κατά το Σαρτρ, ισχύει για όλες ης ηθικές αρχές που έως τώρα, κατά καιρούς, έχουν καθιερωθεί στην κοινωνία μας. Γι’ αυτό η προτροπή του Σαρτρ προς το μαθητή του ήταν “εμπιστέψου το συναίσθημά σου”. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να αγνοήσει όλες τις αρχές, σύμφωνα με τις οποίες έχουμε συνηθίσει να ρυθμίζουμε τη συμπεριφορά μας, και να αποφασίσει εντελώς μόνος του για εκείνο που όφειλε να πράξει.
Ο τρόμος της ελευθερίας και η κακή πίστη
Η προτροπή αυτή του Σαρτρ, όπως ο ίδιος αναγνωρίζει, κάθε άλλο παρά ανώδυνη θα μπορούσε να θεωρηθεί για το μαθητή του. Αποδεχόμενος ο τελευταίος αυτός να αποφασίσει μόνος του για εκείνο που έπρεπε να πράξει, ήταν υποχρεωμένος συγχρόνως να αναλάβει ολόκληρη την ευθύνη για τις συνέπειες της όποιας απόφασής του. Αν, ας πούμε, ο μαθητής αποφάσιζε να πάει στην Αντίσταση, αφήνοντας πίσω του τη μάνα του, και πέθαινε αυτή εξαιτίας της εγκατάλειψής της, εν ονόματι ποιας αρχής θα μπορούσε να δικαιολογηθεί για την πράξη του αυτή; Οι διαστάσεις της ευθύνης του μαθητή για την πράξη του, αλλά και κάθε άλλου ανθρώπου που αποφασίζει να πράξει εντελώς ελεύθερα, ανεξάρτητα από καθιερωμένες αξίες και κατεστημένες αρχές της κοινωνίας, είναι τεράστιες – τόσο μεγάλες, που αισθάνεται να καταλαμβάνεται από τον τρόμο.