Θυμάμαι ήταν αρχές Ιουνίου του 2010, χαράματα,
ο ήλιος μόλις είχε ανατείλει με τις χρυσές του ακτίνες κι εγώ βρισκόμουν με τον πατέρα μου σ ’ένα μικρό χωραφάκι, δίπλα απ’ το σπίτι μας,φυτεύαμε ένα δεντράκι,μια ελιά συγκεκριμένα –ιδέα του πατέρα μου– πάντα είχε περίεργες ιδέες.
Τον ρώτησα «για ποιο λόγο το φυτεύουμε πατέρα;»
«Μερικές φορές δε χρειάζεται να υπάρχουν λόγοι γι' αυτά που κάνουμε», είπε, «απλά να ξέρουμε αν είναι κάποτε χρήσιμο,αν είναι χρήσιμο για εμάς,τους συνανθρώπους μας, για τα ζώα, ακόμα και για την ίδια την φύση!»
Έξι χρόνια μετά – αρκετός καιρός από τότε, κάθομαι κάτω από εκείνη την ελιά και θυμάμαι τα λόγια του πατέρα μου. Νομίζω ότι αρχίζω τώρα να καταλαβαίνω τι μου είχε πει παλιά, εκείνη τη μέρα …Παλιά! Πόσο μου αρέσει αυτή η λέξη! Με κάνει να θυμάμαι τις τόσο όμορφες στιγμές που πέρασα αλλά ακόμη με κάνει να πονάω… Ο λόγος; Σκέφτομαι πόσο γρήγορα πέρασαν εκείνες οι στιγμές! Τότε που καθόμασταν όλοι μαζί, όλη η οικογένεια στο τραπέζι, τότε που έπαιζα με τον αδελφό μου στα χώματα,που γυρνούσαμε σπίτι κι η μητέρα μας φώναζε που λερωνόμασταν!
Τότε που με ξυπνούσε ο πατέρας το πρωί κάθε Κυριακής για να πάμε στην εκκλησία και πραγματικά τον καμάρωνα! Που δεν άφησε τον εαυτό του να πιστέψει ότι δεν είναι ικανός πλέον να κάνει τίποτα χωρίς τη βοήθεια μας,λόγω της αναπηρίας που έχει, μιας επίκτητης τύφλωσης…. Το χειρότερο όμως ήταν ο τρόπος που με κοιτούσαν οι άνθρωποι! Μου έλεγαν “Μπράβο” που προσέχω και που βοηθάω τον παππού μου! Όταν τους έλεγα ότι είναι ο πατέρας μου ένιωθαν αμηχανία…με κοιτούσαν με οίκτο, δεν ήξερα πως να αντιδράσω… τότε απλά χαμογελούσα και έφευγα.
Πονάω πολύ που σκέφτομαι πόσο γρήγορα πέρασαν τα χρόνια. Πως δεν είμαστε πλέον όπως παλιά… δεν έχουμε πλέον οικογενειακές στιγμές και δεν ξέρω γιατί σταμάτησαν αυτά τόσο απότομα. Όλοι έχουν αλλάξει, μαζί κι εγώ…
Δεν ξέρω αν μπορώ να συνεχίσω να γράφω, πονάω! Νιώθω ότι δεν μπορώ να εκφράσω τα συναισθήματα μου σ'ένα χαρτί, δεν μπορώ να τα βγάλω από μέσα μου κι αυτό με τρώει… έχω κλάψει χιλιάδες δάκρυα, δεν είμαι τελικά τόσο χαρούμενη και δυνατή,όσο δείχνω στους ανθρώπους.
Μήπως τελικά δεν είμαστε αυτό που δείχνουμε ; μήπως τελικά προσπαθούμε να δείξουμε στους άλλους τον άνθρωπο εκείνο που θα θέλαμε να είμαστε ;
Μου λείπουν εκείνες οι στιγμές, τα τραγούδια του πατέρα, η γλυκιά φωνή της μητέρας, τα παιχνίδια με τον αδελφό μου κι οι όμορφες στιγμές με την αδελφή μου.
Άραγε πατέρα θα τα ξαναζήσουμε κάποτε μαζί, καθισμένοι κάτω από την ελιά μας, ένα χάραμα ;