Search
Close this search box.

Oι πιτσιρικάδες μιας ένοχης κοινωνίας

14
3283


Ήταν δεν ήταν 10 χρονών. Από κοντά κι ο μικρός αδερφός, κοντόφτανε τα 8. Η όψη τους μαρτυρούσε τα πάθη τους, η ενδυμασία την ένδειά τους. Περπατούσαν και η θωριά  τους έσκιζε ακόμα και τον ίσκιο τους. Συγκρουόσουν με το βλέμμα τους και ένιωθες την επικριτική τους ματιά  σαν καρφί να τρυπάει το είναι σου. 

Τους έριξα μια φευγάτη ματιά και έστρεψα το βλέμμα μου σε μέρη πιο ασφαλή. Εκεί που η ψυχή προβληματίζεται λιγότερο. Λες και το δικό μου μερίδιο της ευθύνης εξαφανιζόταν μαγικά με την στροφή και  μόνο της κεφαλής. Πλησίασαν με βήμα αποφασιστικό το περίπτερο της κεντρικής πλατείας. Ο μεγάλος πρώτα, καθώς τα πόδια του σχεδόν φτερούγιζαν και ας φόραγε χιλιοτρύπητα παπούτσια. Ύστερα ο μικρότερος, λιγότερο βιαστικός μα έντονα διεκδικητικός με τις κινήσεις των χεριών του.  Ο μεγάλος έβαλε βαθιά το χέρι στην τσέπη τού παντελονιού του και ένα κέρμα χάθηκε στην ταλαιπωρημένη χούφτα του. Το έσυρε βιαστικά και ανασήκωσε τα πόδια για να φτάσει τον γκισέ. Το χέρι σκόνταψε στην πραμάτεια του περιπτερά και το κέρμα γλίστρησε προς τη γη, τρυπώνοντας από ένα μεγάλο άνοιγμα στο φθαρμένο του παπούτσι. Έσκυψε, γελώντας σαρκαστικά  λες και κάποιο μαγικό ραβδί εμπόδιζε τη συναλλαγή. Έβγαλε το παπούτσι, το γύρισε ανάποδα  και το κέρμα κύλισε στη γη. Το έπιασε βιαστικά, σηκώθηκε και βγάζοντας μια άναρθρη κραυγή το έδωσε στον περιπτερά. Τα δευτερόλεπτα της αναμονής έμοιαζαν με αιώνες. Στάθηκε ξανά στα πόδια του δίχως να πει λέξη, καρφώνοντάς τον με τα γαλανά μάτια του. Εκείνος  χωρίς κανένα δισταγμό, του προσφέρει 2 τσιγάρα και ένα κουτάκι σπίρτα.  Απλώνει το μικρό του χέρι, νωχελικά αυτή τη φορά, τα παίρνει και απομακρύνεται από το κιόσκι. Ακουμπάει το ένα στα παιδικά του χείλη και  δίνει το άλλο στον μικρό του αδερφό.

Τα ακολούθησα νιώθοντας μια ανατριχίλα να διαπερνά το κορμί μου. Οι ενοχές μου είχαν μεταμορφωθεί σε θηρία έτοιμα να με κατασπαράξουν. Ο μικρός γύρισε και με κοίταξε αγριεμένος. Διεκδικούσα, βλέπεις,  συμμετοχή  στο «παιχνίδι» τους  και έμοιαζε αυτό να μην του αρέσει καθόλου.   Έκρυψε το τσιγάρο και επιτάχυνε το βήμα. Χάθηκε στα στενά.

Ο μεγάλος συνέχισε την πορεία του αδιαφορώντας για την παρουσία μου. Τράβηξε το τσιγάρο από το στόμα και το κράτησε ανάμεσα στα δάχτυλά του, ανάποδα. Η ζωή τού γύρναγε την πλάτη επιδειχτικά και εκείνος σαν μάγκας της έβγαζε τη γλώσσα.  Πλησίασε το τραπέζι μιας καφετέριας. Έπιασε κουβέντα με το μεσήλικο ζευγάρι. Κάθισε στην παρέα τους και εγώ με το κεφάλι σκυφτό επέστρεψα στον δικό μου ασφαλή κόσμο. Εκεί που η ζωή έχει άλλα χρώματα. 

Κοινωνικές αξίες σε πλήρη έκπτωση, παντελής απουσία ηθικής ευθύνης, συμπεριφορές προς το συνάνθρωπο χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό. Μια κοινωνία χωρίς ανασχέσεις και όρια που κομπάζει για τις πράξεις της δίχως ίχνος ενοχής.

Φώτογραφία: Ismael L. Ruiz

MEDIA

Video
Sound file

Συλλογές

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση